Monday, September 17, 2007

16. H φτώχεια και ο πλούτος

Ο άνθρωπος, ως ελλιπές ακόμη ον, αναζητεί φυσιολογικά τον πλούτο του: την πλήρωση της ύπαρξής του μέχρι του βαθμού τού είναι του, τον εμπλουτισμό του λόγου του με τη σοφία του Λόγου και την πλήρη ταυτο-ποίησή του. Η δυναμική του ανθρώπου ευφορείται από την ανάγκη του να αναπτυχθεί ως εκεί που θα αισθάνεται ταυτός, δηλαδή πλήρης και αυτάρκης, ξεπερνώντας κάθε του έλλειψη, κάθε υστέρησή του από το όλον του.

Η παραμονή του σε ένα κατώτερο επίπεδο ανάπτυξης από αυτό που θα μπορούσε να έχει, του προκαλεί τη δυσφορία της φτώχειας.

Η φτώχεια [εκ του "πτώσσω": συστέλλομαι, (μαζεύομαι, ζαρώνω), από φόβο] προκαλεί φόβο και απαρέσκεια, διότι εξαναγκάζει τη δύναμη σε μία μη αναγκαία συστολή της, συγκρατώντας την σε ένα κατώτερο σημείο ανάπτυξης σε σχέση με τις δυνατότητες της.

Αν η ανάπτυξη σημαίνει τη διαστολή της δύναμης μέχρι την πλήρη αξιοποίηση κάθε δυνατότητάς της, η υπανάπτυξη συστέλλει τη δύναμη αχρηστεύοντας το μέρος εκείνο που ενώ έχει δυνατότητα να αξιοποιηθεί μένει αναξιοποίητο.

Ο διαχωρισμός της δύναμης από την εκάστοτε δυνατότητά της είναι προϊόν του εξαναγκασμού ενός ανθρώπου από έναν άλλο. Τα άλλα γήινα όντα πληρούν στο άρτιο την ακολουθία δύναμης-δυνατότητας, (αφού έχουν ολοκληρώσει την ταυτοποίησή τους), και αν εμποδίζονται από κάποιον να την ακολουθήσουν, δεν υποχωρούν εύκολα από αυτήν, διότι είναι πλέον φύση τους, και την υπερασπίζονται μέχρι θανάτου.

Η διατάραξη της αναπτυξιακής ακολουθίας, (της ακόλουθης ανάπτυξης του ζεύγους δύναμης-δυνατότητας και της παραγωγής πλούτου ως προϊόν της συνουσίας του), προέρχεται από τη βία.

Όταν ένα άτομο επιδιώκει τη διαστολή της θέσης του πέραν των φυσικών της δυνατοτήτων, αναζητώντας μία δύναμη που δεν του ανήκει, το κάνει εις βάρος ενός άλλου. Νομίζοντας ότι ο πλούτος του συνίσταται στη μεγέθυνση τού εγώ του με προσθήκες από κομμάτια-λάβαρα που έχει καταφέρει να αποσπάσει από ένα άλλο εγώ, θρονιάζεται πάνω σε ένα ψέμα που αργά η γρήγορα θα τον ανατρέψει.

Όπως η βία ποτέ δεν επαληθεύεται, έτσι και ο θησαυρισμός ποτέ δεν πρόκειται να δικαιωθεί ως πλούτος. Όποιος νομίζει τον εαυτό του έξυπνο επειδή κατάφερε να εμπλουτίσει την έλλειψή του στερώντας τον πλούτο ενός άλλου, ξεγελάει τον εαυτό του. Όποιος θεωρεί τον εαυτό του γενναίο γιατί υποδούλωσε, κοροϊδεύει τη δειλία του. Αυτός που εξαπατά, αυταπατάται.

Η στέρηση του εγώ από την ταυτότητά του δεν ξεγελιέται με την ενίσχυση της ετερότητάς του, του διαχωρισμού του από την ενότητα. Η ψυχή ξέρει πολύ καλά ποιο είναι το συμφέρον της και ο πόνος της δεν ανακουφίζεται με επιθέματα τροπαιοφόρα, αλλά μάλλον υποτροπιάζει από τη φρίκη τους. Αργά η γρήγορα, η πληγή θα σκάσει ξερνώντας το μαζεμένο πύον της.

Όταν το μαζί γίνεται μαζεύω για λογαριασμό μου, η υγιής κυκλοφορία του χρήματος εμποδίζεται και κάποια μέρα ο λογαριασμός μου θα ξεχειλίσει από αρρώστια. Όταν κάποιος μπουκώνει το στομάχι του υπέρ το δέον δεν μπορεί παρά να το αποβάλλει πρόωρα αχρηστεύοντας την τροφή σαν εμετό ή διάρροια. Έτσι και ο πλούτος αχρηστεύεται από αυτούς που τον συσσωρεύουν και χάνει την αξία του του.

Το γεγονός ότι ήδη ο πλούτος παρεξηγείται ως συνώνυμο της ξεχωριστής από την κοινότητα διάκρισης ενός υπερμεγεθυσμένου ατόμου, (και όχι σαν η διάκρισή του εντός αυτής και υπέρ της), δημιουργεί μία σύγχυση στόχων. Η παρεξήγηση της έννοιας της λέξης "πλούτος" στερεί από τον άνθρωπο το ουσιώδες αναπτυξιακό του κίνητρο και τον εγκλωβίζει σε ένα λάθος που ακυρώνει τη σκέψη και τη πράξη του καθηλώνοντας τον σε μια διαρκή υπανάπτυξη - μια ανάπτυξη κατώτερη του.

Πολλοί παρεξηγούν τον πλούτο για πλουτισμό μερικών και τον καταδικάζουν, ενώ κάποιοι κάνουν την παρεξήγησή του επιδίωξή τους. Οι δύο απόψεις αλληλοεξουδετερώνονται αποκρύβοντας την αληθινή σημασία του πλούτου. Η απόκρυψη της πραγματικής σημασίας του πλούτου και από τους μεν και από τους δε, οφείλεται κατά βάση στο φόβο τους μπροστά στην αλήθεια.

Ο φόβος των πλουτοκρατών για το υπαρξιακό τους έλλειμμα είναι τέτοιος που δεν μπορούν να το αντιμετωπίσουν και προσπαθούν να το αποκρύψουν με παραισθήσεις μεγαλείου. Έτσι, ντοπάρονται με σκευάσματα σκόνης που τα προμηθεύονται κονιορτοποιώντας τους άλλους και περιφέρονται μέσα στον κουρνιαχτό ως πλούσιοι και πλήρεις, ενώ είναι κενοί κάθε ουσίας. Θέλουν να επιβραβεύονται σαν τολμηροί, ενώ είναι απλώς επιτήδειοι στην (αυτο)εξαπάτηση του φόβου τους.

Οι υποταγμένοι με τη σειρά τους προσπαθούν να ξεγελάσουν τον φόβο τους κάνοντας τη φτώχεια τους άποψη. Υποχωρώντας από τον πλούτο υποχωρούν και μπροστά σε αυτούς που προχωρούν πέραν αυτού στην αθέμιτη συσσώρευση του.

Οι μεν συμπληρώνουν τους δε συγκρατώντας την ανάπτυξη σε ένα χαμερπές επίπεδο. Αν το πράγμα παρέμενε στην αλληλοεξόντωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων, θα λέγαμε μικρό το κακό. Αλλά το κακό πλεονάζει. Η αλληλοεξουδετέρωση του ανθρώπου δεν λαμβάνει χώρα σε ένα ουδέτερο γήπεδο, αλλά γίνεται μέσα και εις βάρος της γήινης πλάσης.

Με τον ίδιο τρόπο που η ανισόρροπη «ανάπτυξη» των λίγων εις βάρος των πολλών φθείρει τον άνθρωπο, προκαλεί φθορές και στο περιβάλλον του, και μάλιστα ανεπανόρθωτες. Αν ένας άνθρωπος έχει την ευλυγισία να σκύβει την πλάτη του σε έναν άλλο άνθρωπο, τα υπόλοιπα όντα της φύσης δεν μπορούν να υποχωρήσουν από την αδιάρρηκτη ενότητά τους με αυτήν παρά μόνο σπάζοντας στα δύο. Τούς είναι αδύνατον να αποδεχτούν μία διαστρεβλωμένη ανάπτυξη εις βάρος τους και δεν μπορούν με τίποτε να συμβάλλουν στη διαστρέβλωση του πλούτου. Η ιδιωτεία του ανθρώπου που επιμένει σε έναν πλουτισμό κατ' ιδίαν τα αφήνει ξένα. Με τη σειρά τους δεν μπορούν παρά να αποξενώσουν τον άνθρωπο από τον πλούτο τους και να τον τιμωρήσουν με τη φτώχεια τους.

Η φύση αντιστέκεται παθητικά σε μία ανάπτυξη που έχει εκτροχιασθεί από το ζήτημα του ουσιαστικού πλούτου. Πριν το ανθρώπινο όχημα τσακιστεί στον αδιαπέραστο τοίχο τής τελευταίας αμυντικής της γραμμής, (αφού παραβιάσει την ελάχιστη απαραίτητη συνοχή της), ο μόνος που μπορεί να το φρενάρει έγκαιρα είναι αυτός που το οδηγεί, εμείς.

Επειδή ο άνθρωπος κινείται φυσιολογικά προς τον πλούτο του δεν πρόκειται να συμμορφώσει την πορεία του προς την κατεύθυνση της φτώχειας, παρά μόνο προς την κατεύθυνση αυτού, και είναι ευθύνη όσων τη γνωρίζουν, να την υποδείξουν έγκαιρα, πριν είναι αργά. Κάθε καθυστέρηση στη φτώχεια είναι επικίνδυνα χρονοβόρα.

No comments: